Ένας φίλος ήρθε απόψε από τα παλιά...
2018-10-23 19:51Όποιος έχει θητεύσει στο φοιτητικό κίνημα και έχει περάσει τα εξήντα αποκλείεται να μη θυμάται τον ιστορικό συμβιβασμό, το περίφημο compromesso storico, όπως τον ονομάτισε ο εμπνευστής του ο Γ.Γ. του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο σπουδαίος Ε. Μπερλινγκουέρ, που μαζί με τον Σ. Καρίγιο και τον Ζ. Μαρσέ του Ισπανικού και Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, αντίστοιχα, διαμόρφωσαν ένα διακριτό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα που αποκλήθηκε ευρωκομμουνισμός.
Μεταπολίτευση τότε, με ισχυρό φοιτητικό κίνημα που κορφολογούσε με αυτάρεσκο αίσθημα δικαίωσης τις αντιστασιακές του δάφνες και οραματιζόταν ανυπερθέτως τον σοσιαλισμό, έτσι όπως τον θεωρούσε κάθε οργάνωση-φοιτητική παράταξη. Ανάμεσα λοιπόν στις κομματικές νεολαίες που λειτουργούσαν στο πλαίσιο των αντίστοιχων ευρύτερων φοιτητικών παρατάξεων ήταν και ο Ρήγας Φεραίος, η νεολαία του τότε ΚΚΕ εσωτερικού.
Εκείνα τα χρόνια τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα ήταν προνομιακοί χώροι πολιτικής ανάλυσης και ζύμωσης με αφορμή φοιτητικά ζητήματα αιχμής, αλλά κυρίως την τρέχουσα πραγματικότητα εντός και εκτός της χώρας. Έτσι, με αφορμή μια διεθνή εξέλιξη, μπορούσες να ακούσεις για τον ασιατικό τρόπο παραγωγής, για τον προδοτικό και αντιδραστικό ρόλο των Μενσεβίκων στην Οκτωβριανή Επανάσταση, από ομιλητές που απευθύνονταν με νόημα στους αναθεωρητές και οπορτουνιστές της σύγχρονης εποχής. Επίσης μπορούσες να ακούσεις κριτική για τον Σ. Αλιέντε, που επέλεξε τον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό και γι΄ αυτό συνετρίβη, και πολλά άλλα εξόχως διδακτικά, ενδιαφέροντα και μη έχοντα συνήθως πολλή σχέση με τα τεκταινόμενα στην ελληνική κοινωνία, πλην της έκδοσης ψηφισμάτων συμπαράστασης προς κάθε αδικούμενο, είτε αυτός ήταν κάποια επαγγελματική ομάδα είτε καταπιεζόμενη μειονότητα είτε υπέρ του εργατικού κινήματος ντόπιου και διεθνούς κ.λπ.
Κακά τα ψέματα ζούσαμε σε μια φυσαλίδα όπου όλα ήταν μπορετά και οι δυνάμεις του καλού -όπως το βλέπαμε εμείς- νομοτελειακά θα θριάμβευαν. Αργότερα ήρθαν οι σφαλιάρες και η υποχρεωτική προσγείωση στην πραγματικότητα - τόσο ατομικά όσο και συλλογικά. Ένα θέμα που απασχολούσε τους στρατευμένους φοιτητές της εποχής ήταν ο ιστορικός συμβιβασμός, όπως τον πρέσβευαν οι Ιταλοί κομμουνιστές στην πατρίδα τους. Επίσης τους απασχολούσε ο ειρηνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό, με τη βεβαιότητα ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο σε συνθήκες δημοκρατίας και με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση. Τις ιδέες αυτές καθώς και το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού στην πατρίδα μας το αντιπροσώπευαν το ΚΚΕεσ. και η νεολαία του ο Ρήγας Φεραίος. Δεν θα υποστήριζα ότι οι συγκεκριμένες ιδεολογικές προσεγγίσεις και τα πολιτικά προτάγματα ήταν δημοφιλή στο φοιτηταριάτο. Μύριζε πολύ συμβιβασμό, ηττοπάθεια, αναθεωρητισμό κι άλλα... αντεπαναστατικά δεινά.
Αλλά αρκετά με τις αναμνήσεις. Άλλες εποχές, άλλες ανάγκες, άλλοι συσχετισμοί... Το θέμα είναι σήμερα τι κάνουμε ή καλύτερα τι μπορούμε να κάνουμε. Ποιο πρέπει να είναι το μπλοκ των δυνάμεων που θα -προσπαθήσει να- αποκαταστήσει τις ισορροπίες εντός της πατρίδας μας, προς όφελος των πολλών κι όχι των λίγων, που θα θεραπεύσει τις αδικίες που ούτως ή άλλως υπήρχαν και προ των μνημονιακών χρόνων, αλλά στη διάρκειά τους αποθηριώθηκαν. Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ανέτοιμος και κατώτερος των περιστάσεων σε σχέση με τις προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει. Όμως έχω καταλήξει ότι μπορεί να παίξει έναν ρόλο σημαντικό στην εποχή που έρχεται. Το τοπίο είναι θολό, οι ισορροπίες επισφαλείς και ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε δεν είναι υπόθεση και ευθύνη μειοψηφιών. Χρειάζεται διάλογος και συνεναίσεις. Πάνω σε αυτό τον καμβά το άρθρο του Α. Λιάκου, στην Εφημερίδα των Συντακτών, μας καλεί να αναλογιστούμε και να συζητήσουμε.
Ο ελληνικός ιστορικός συμβιβασμός
Συντάκτης:
Αντώνης Λιάκος
Η ιδέα του Ιστορικού Συμβιβασμού δημιούργησε σοκ στους αριστερούς, στη δεκαετία του 1970. Αλλοι τη θεώρησαν σκάνδαλο, άλλοι πρόκληση. Εξαγγέλθηκε από τον Ενρίκο Μπερλίνγκουερ και αφορούσε μια προοπτική συμμαχίας ανάμεσα στους δύο μεγάλους αντιπάλους της Ιταλίας, τη Χριστιανοδημοκρατία (ΧΔ) και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Ωστόσο η ιδέα έμεινε στη μέση του δρόμου.
Το 1980 η ΧΔ έκανε τον δικό της ιστορικό συμβιβασμό με την Κεντροαριστερά (πεντακομματική πλειοψηφία) και ο Μπερλίνγκουερ ανέπτυξε την ιδέα της «δημοκρατικής εναλλακτικής», δηλαδή την αναζήτηση ενός συνασπισμού με την Κεντροαριστερά, με άξονα το ΚΚΙ, που θα απέκλειε τους ΧΔ. Εκτοτε, πολύ νερό κύλησε κάτω από τις γέφυρες του Τίβερη. Και οι δύο μεγάλοι αντίπαλοι της μεταπολεμικής περιόδου εξαφανίστηκαν. Σήμερα, το ιταλικό πολιτικό τοπίο είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο της δεκαετίας του 1980.
Αντίθετα, στην Ελλάδα, το πολιτικό τοπίο άλλαξε μεν, φέρνει όμως σημάδια εκείνης της μακρινής εποχής. Εκείνο, ωστόσο, που έχει ενδιαφέρον είναι ότι η ιδέα του ιστορικού συμβιβασμού, που δεν μπήκε ποτέ στην Ελλάδα (ίσως αδύναμα από τον Λεωνίδα Κύρκο σε μια εποχή που το δίπολο Δεξιά - Αντιδεξιά μεσουρανούσε), επανήλθε στην εποχή της κρίσης, α λα ελληνικά. Η κρίση ήταν σαν τον Μινώταυρο που έφαγε ή ανασκολόπισε τα κόμματα το ένα μετά το άλλο. Η μόνη οδός επιβίωσης ήταν επομένως ο συμβιβασμός των πρώην αντιπάλων. Με αυτή την έννοια, στην Ελλάδα δεν έχουμε έναν, αλλά δύο ιστορικούς συμβιβασμούς.
Ο πρώτος ιστορικός συμβιβασμός δημιουργήθηκε το 2012, όταν οι δύο πρώην αντίπαλοι, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, με ένα από τα δύο κόμματα της ευρωκομμουνιστικής Αριστεράς, τη ΔΗΜ.ΑΡ., αποφάσισαν να συγκυβερνήσουν. Ο δεύτερος ιστορικός συμβιβασμός δημιουργήθηκε το 2015, και κυβερνά ώς σήμερα. Ο πρώτος ιστορικός συμβιβασμός δημιουργήθηκε με άξονα τη Δεξιά. Αυτή ήταν η μεγάλη δύναμη και η κύρια συνιστώσα του συνασπισμού. Ο δεύτερος ιστορικός συμβιβασμός δημιουργήθηκε με άξονα την Αριστερά, και περιλαμβάνει ένα κομμάτι της Δεξιάς, δηλαδή τους ΑΝ.ΕΛΛ., μια θεσμική συμμαχία με τους καραμανλικούς, καθώς και έναν συμβιβασμό με την Εκκλησία της Ελλάδας.
Γιατί δύο συμβιβασμοί και όχι ένας; Διότι το Μνημόνιο δίχασε την ελληνική κοινωνία και τους πολίτες, πάνω σε μια νέα γραμμή, διαφορετική από εκείνη του εμφυλίου πολέμου και της Μεταπολίτευσης. Καινούργια εποχή, καινούργια προβλήματα, νέες αντιπαραθέσεις.
Οι αντιπαραθέσεις και οι συμμαχίες αυτές δεν είναι τεχνητές. Οταν ο Μπερλίνγκουερ πρότεινε το 1970 τον ιστορικό συμβιβασμό, μπορούσε να διακρίνει δύο πράγματα. Το ένα ήταν ότι η αιχμή του ψυχρού πολέμου είχε περάσει και είχε αποδυναμωθεί η συνοχή των δύο αντίπαλων διεθνών στρατοπέδων. Το άλλο, όμως, ήταν ότι η κρίση εκείνης της δεκαετίας που εξαφάνιζε το καθεστώς της οργανωμένης νεωτερικότητας της μεταπολεμικής εποχής έδινε τη θέση της στην ανοργάνωτη ή αποδιοργανωμένη νεωτερικότητα (απελευθέρωση των αγορών και της οικονομίας από εθνικούς και πολιτικούς ελέγχους κ.λπ.). Σωστά, επομένως, επισημαίνονταν οι εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στους δύο αντιπάλους.
Και τα Μνημόνια, στις ίδιες γραμμές μετάβασης από τη μια εποχή στην άλλη εγγράφηκαν. Και βέβαια αυτή η μετάβαση από το ένα καθεστώς νεωτερικότητας στο άλλο δεν είναι ούτε απλή ούτε απότομη. Με διαδοχικά κύματα, αυτό συμβαίνει από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα. Νομίζω, επομένως, ότι αντί να μιλάμε για φυσικές ή αφύσικες συμμαχίες, θα πρέπει να τις δούμε ως αποκρυσταλλώσεις στο πολιτικό επίπεδο δομικών μεταβολών.
Οπως η συγχρονία αποτελείται από συνδυασμό διαφορετικών εποχών, έτσι και οι ιδεολογίες και τα πολιτικά προγράμματα των πολιτικών συνασπισμών ενέχουν καταστατικά την αντιφατικότητα. Δεν πρέπει να εκπλήσσεται, ούτε να σκανδαλίζεται ή να αγανακτεί κανείς για αυτή τη συγχρονία του ασύγχρονου. Αυτοί είναι οι ιστορικοί συμβιβασμοί σε εποχές που χαρακτηρίζονται από μεγάλες μεταβάσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καμιά ανατρεπτική δύναμη. Αλλωστε, η περίοδος των επαναστατικών ανατροπών στην Ευρώπη έκλεισε με το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Κι αν ακόμη, τα αριστερά κόμματα μετά το 1974 είχαν αναφορές σε οράματα, ονόματα και σύμβολα των μεγάλων ανατροπών, αυτές δεν είχαν μεγαλύτερο βάρος από τη φράση του Σωκράτη στο τέλος ενός, καταπληκτικής διαύγειας, διαλόγου: «Ω Κρίτων, τω Ασκληπιώ οφείλομεν αλεκτρυόνα». Απλώς μια τελετουργική χειρονομία.
Το ζήτημα, επομένως, δεν είναι ποια κοκόρια θα θυσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η διαυγής στάθμιση της επιλογής ανάμεσα στον ιστορικό συμβιβασμό και στη δημοκρατική εναλλακτική. Ποια παρουσιάζει σήμερα τη μεγαλύτερη δυναμική; Ο ιστορικός συμβιβασμός θα πρέπει να νοηθεί όχι ως τέχνασμα ανάγκης, αλλά ως αποκρυστάλλωση κοινωνικών δυνάμεων. Π.χ. γέφυρα με συντηρητικούς πολίτες που, παρά τις διαφορές στο Μακεδονικό, συμφωνούν πως η νέα εποχή δεν πρέπει να χαρακτηριστεί από την ανάπτυξη με διεύρυνση ανισοτήτων, και την αναδιανομή υπέρ των πλούσιων.
Από την άλλη, η δημοκρατική εναλλακτική συνιστά την ανάληψη της ηγεσίας της ιστορικής Κεντροαριστεράς, και έχει ως άξονα του προοδευτικού πόλου ανάπτυξης τα δυναμικά μεσαία στρώματα. Εκείνο που χρειάζεται είναι η καθαρή διατύπωση των διλημμάτων, πέραν των προσώπων.
ΥΓ. Θα ήμουν ανακόλουθος σε όσα τα τελευταία χρόνια υποστηρίζω και γράφω σ` ετούτο εδώ το μπλογκ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει αποστάσεις από αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε Αριστερά στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι πρέπει να ανοίξει μια κουβέντα για το ποια πρέπει να είναι, τι θέλει και πώς θα το πραγματοποιήσει μια σύγχρονη Αριστερά, ρωμαλέα, σκεπτόμενη, ριζοσπαστική και απολύτως προσανατολισμένη στις απαραίτητες ρήξεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παίξει τον ρόλο του, αλλά χρειάζεται να υπάρχει Αριστερά. Καταλαβαίνω ότι όλα αυτά που λέω είναι αφόρητες γενικότητες, αλλά έστω κι έτσι πρέπει από κάπου να ξεκινήσουμε. "Μια αγάπη, μια καριέρα, μια επανάσταση. Τόσα πράγματα που αρχίζει κανείς αγνοώντας την έξοδο", είχε πει πριν πολλά χρόνια ο Ζαν Πολ Σαρτρ και εξακολουθεί να έχει δίκιο.