Ιστορικό αφήγημα
2017-12-04 13:50Ο Δημήτρης Δανόπουλος, καλός φίλος πρώτα απ' όλα και σύντροφος στην κοινή μας διαδρομή από τις γραμμές της ανανεωτικής Αριστεράς, από παλιά ως τις μέρες μας, τις μέρες της μεγάλης ελπίδας και της μεγάλης διάψευσης και υποχώρησης (δική μου εκτίμηση και χαρακτηρισμός), έστειλε ένα ενδιαφέρον κείμενο-υλικό για γόνιμες συζητήσεις και προβληματισμό. Σε αυτό κάνει μια αποτίμηση των συνθηκών μέσα στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ ανδρώθηκε και απέσπασε τη λαϊκή εντολή, τις προκλήσεις που αντιμετώπισε, το όποιο έργο παρήγαγε και τέλος μια συγκρατημένη πρόβλεψη για τα μελλούμενα.
Ζητώ συγγνώμη από τον Δημήτρη, γιατί μόλις σήμερα -εξαιτίας τεχνικών λόγων (άτιμο κομπιούτερ)- καταφέρνω να ανεβάσω το κείμενό του στο μπλογκ μου. Του υπόσχομαι δε να του απαντήσω διεξοδικά, εδώ, λίαν συντόμως. Περιττό ίσως να προσθέσω ότι θα φιλοξενήσω με χαρά οποιαδήποτε κείμενο μου στείλει κάποιος καλός φίλος, το οποίο θα αποτελέσει έναυσμα για διάλογο. Μην ξεχνάμε άλλωστε έναν εύστοχο αφορισμό του Αμερικανού συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Dan Simmons: "Μου έχει περάσει από το μυαλό ότι η επιβίωσή μας ίσως εξαρτάται από το να μιλάμε μεταξύ μας". Εμπρός λοιπόν!
Ακολουθεί το κείμενο:
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Ο κόκκινος(;) Σύριζα και ο κακός ο λύκος
του Δημήτρη Δανόπουλου
απλό μέλος Σύριζα
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή του τέλους. Τα μικροαστικά και εργατικά στρώματα στην Ελλάδα, τα οποία έβρισκαν πολιτική στέγη για δεκαετίες στα δύο μεγάλα κόμματα, μπροστά στην βιαιότητα της μείωσης του βιοτικού τους επιπέδου από την καταστροφική γι αυτά διαχείριση της «κρίσης» από τις πολιτική ηγεσία της χώρας, (και σε όλους τους συνδυασμούς μεταξύ ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΛΑΟΣ) επέλεξε ένα μεγάλο μέρος τους , τον ΣΥΡΙΖΑ, για να διαχειριστεί, με τον τρόπο που παρουσίαζε, την διακυβέρνηση της χώρας.
Η επιλογή ενός αριστερού ευρωπαϊκού κόμματος να κυβερνήσει την χώρα, έπειτα από εκλογές, ήταν μια πρωτοφανής κίνηση για την κοινοβουλευτική και πολιτική ιστορία της Ευρώπης. Για πρώτη φορά ένα αμιγώς αριστερό κόμμα αναδεικνύεται ο βασικός κυβερνητικός εταίρος σε Ευρωπαϊκή κυβέρνηση . Πρέπει να σημειωθεί ότι σε όλες αυτές τις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις το ΚΚΕ αλλά και τα μικρότερα αριστερά κόμματα πιέστηκαν από το βάρος της επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ για να αναλάβει τον χειρισμό των κυβερνητικών υποθέσεων. Μεγάλη εντύπωση δε, σημειώνεται από όλο το ευρωπαϊκό ακροατήριο και η καθήλωση των εκλογικών ποσοστών της ναζιστικής ακροδεξιάς στην Ελλάδα.
Το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν ήταν βέβαια η κρατικοποίηση της οικονομίας ούτε οδηγούσε σε ένα σοσιαλιστικό ξέφωτο, περιστρεφόταν ουσιαστικά γύρω από την προσφορά του χρήματος στην οικονομία και την υπεράσπιση των πιο αδύναμων και ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, σε αντίθεση με την διαρκή λιτότητα που επέβαλαν οι δανειστές, οι οποίοι και θεωρούσαν ότι με την βίαιη πτώση των αξιών και το πάγωμα των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων θα υπήρχαν ευκαιρίες επενδυτικές που θα βοηθούσαν να ισορροπήσει η οικονομία, σε άλλα επίπεδα βεβαίως, σαφώς χαμηλότερα και χαμένους την μεσαία τάξη και τους οικονομικά ασθενέστερους. (Το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα της χώρας από 235 δις ευρώ το 2009, κατάρρευσε στα 175 δις ευρώ το 2015)
Η σύγκρουση με τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ της Ευρώπης ήταν άνιση και κορυφώθηκε με το σταμάτημα της ροής χρήματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προς την Ελλάδα (capital controls)που ήταν και η ταφόπλακα για την κυβέρνηση να διεκδικήσει ένα πρόγραμμα αμοιβαίων υποχωρήσεων. Η αύξηση του βασικού μισθού, η μείωση της φορολογίας, η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ βασικές επιλογές της κυβέρνησης για να αναθερμανθεί η οικονομία μπήκαν στο περιθώριο και στη θέση τους, υπογράφοντας την ήττα της, προσπάθησε να μειώσει τις επιπτώσεις των μέτρων που έπρεπε να συνεχίσει να παίρνει σε μια χειμάζουσα οικονομία. Το μόνο διαπραγματευτικό χαρτί που της είχε απομείνει ήταν η τρομακτική οργή που επέδειξαν οι πολίτες μπροστά στην κατάφωρη αδικία για την χώρα, την εκλεγμένη κυβέρνηση αλλά και τους ίδιους, που γινόταν μπροστά στα μάτια τους , ψηφίζοντας και υποστηρίζοντας τις επιλογές της με το συντριπτικό ποσοστό του 61% στο δημοψήφισμα του 2015.
Τότε ήταν πολλοί από τον χώρο κυρίως της αριστεράς, εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, που υποστήριξαν ότι δεν έπρεπε να αποδεχθεί η κυβέρνηση την ήττα της αλλά να πάει ένα βήμα παραπέρα, με στάση πληρωμών αλλά και άλλες ενέργειες που οδηγούσαν την χώρα πλέον σε αχαρτογράφητα εδάφη. Καλώς ή κακώς η κυβέρνηση επέλεξε τον δρόμο της αποδοχής της ήττας της, θεωρώντας ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί μια ανεξέλεγκτη κατάσταση όπως αυτή πλέον μπορούσε να εξελιχθεί. Το γεγονός βέβαια αυτό δεν ήταν νομοτελειακά υποχρεωτικό «καθώς η ιστορία συνδυάζει την ανάγκη με την ενδεχομενικότητα».
Η κυβέρνηση υπογράφοντας αυτή την συμφωνία την οποία και γνωστοποίησε στην κοινωνία κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, η οποία έδειξε την εμπιστοσύνη της με τον τρόπο που διαπραγματεύτηκε αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό της την τίμια και καθαρή στάση όλη αυτή την περίοδο. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι το κομμουνιστικό κόμμα το οποίο έφτασε να υποστηρίζει ότι δεν πρέπει σε αυτή τη φάση να οδηγηθούμε σε έξοδο από την ευρωζώνη, εκλογικά έμεινε στάσιμο, το δε κόμμα που προήλθε από τα στελέχη που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και υποστήριζαν στάση πληρωμών, έξοδο από την ευρωζώνη και εθνικό νόμισμα, πληρώνοντας τις αδυναμίες τους να υποστηρίξουν διεξοδικά και πειστικά για αυτές τις επιλογές, καταποντίστηκαν μένοντας εκτός του κοινοβουλίου. Τα αποτελέσματα αυτών των εκλογών είναι μια πρώτη δικαίωση των κυβερνητικών επιλογών στα κρίσιμα για την χώρα ζητήματα, καθώς το εκλογικό σώμα δεν εναντιώθηκε με αυτές, αντίθετα έδωσε στην κυβέρνηση πίστωση χρόνου απαραίτητη για να ξεδιπλώσει τα σχέδιά της για την επόμενη περίοδο.
Η συμφωνία που είχε υπογράψει η κυβέρνηση, το τρίτο πλέον μνημόνιο για τη χώρα, η οποία έφερνε νέα εισπρακτικά μέτρα ύψους 4,5 δις ευρώ για την επόμενη τριετία, είχε μεταξύ των άλλων τρία μεγάλα αγκάθια. Την συνέχιση της υψηλής φορολογίας σε κατηγορίες ιδίως ελεύθερων επαγγελματιών, με αντίστοιχη διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, την μείωση των συντάξεων από 1/1/2019 και την έναρξη πλειστηριασμών από την πλευρά των τραπεζών για να σταματήσουν τα συνεχώς διογκούμενα κόκκινα δάνεια τα οποία είχαν ξεπεράσει τα 110 δις ευρώ. Στην πορεία προσετέθη ακόμη ένα μεγάλο πρόβλημα, το προσφυγικό. Ένα μεγάλο πρόβλημα που δεν είναι δυνατόν να το διαχειριστεί η Ελλάδα καθώς έχει υποχρεωθεί να αναλάβει ένα μεγάλο βάρος, μεγαλύτερο από αυτό που της αναλογεί και μπορεί ανά πάσα στιγμή να δυναμιτίσει την κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας.
Η κυβέρνηση επιλέγοντας την υπογραφή της συμφωνίας και όχι την παραίτησή της από την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, στόχευε, κερδίζοντας απαραίτητο πολιτικό χρόνο, να κερδίσει το στοίχημα για το οποίο τον είχε εμπιστευθεί ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Να επαναφέρει σε θετικούς δείκτες ανάπτυξης της χώρας μειώνοντας σημαντικά την ανεργία και στοιχηματίζοντας την υστεροφημίας της, να είναι αυτή η πολιτική δύναμη που θα βγάλει την χώρα από την επιτροπεία των δανειστών, έστω και με τριετή καθυστέρηση. Η επόμενη φάση ευελπιστεί να είναι πιο δημιουργική και αποδοτική έχοντας σαν βάση την εμπειρία της, την αποτελεσματικότητά της αλλά κυρίως την αμφίδρομη σχέση με το κομμάτι της κοινωνίας που τη στηρίζει. Βέβαια ό κίνδυνος είναι πάντα παρών, να κερδίσει την μάχη των αριθμών και να χάσει την εμπιστοσύνη του κόσμου του.
Για να γίνει δυνατό αυτό δούλεψε σε δύο επίπεδα. Στο εσωτερικό προσπαθώντας από την μία να αναθερμάνει την οικονομία με τα εργαλεία που διέθετε, στοχεύοντας σε καλύτερα του αναμενομένου αποτελέσματα, όπως τα έχει καταφέρει μέχρι στιγμής, ώστε την κρίσιμη περίοδο της λήξης του προγράμματος να επαναδιαπραγματευθεί κρίσιμα μεγέθη των επιπτώσεων από τα μέτρα που είχε αποδεχθεί, στο δε εξωτερικό να δημιουργήσει γέφυρες επικοινωνίας και συνεννόησης με της ευρωομάδες των σοσιαλιστών και των πράσινων, για να λυθεί με τρόπο ευνοϊκό για την χώρα το θέμα του δημόσιου χρέους, ένα διαχρονικό πρόβλημα που μέσω αυτού είναι σε ένα μόνιμο εκβιασμό και με την λύση του να απελευθερώσει ικανά κεφάλαια που να τονώσουν άμεσα την οικονομία και την εμπιστοσύνη μεγάλων επενδυτικών κεφαλαίων που μέχρι τώρα κρατούν αποστάσεις λόγω ανασφάλειας που εκπορεύεται από το μέγεθός του σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας.
Παράλληλα εντός της χώρας είχε ένα διμέτωπο αγώνα. Από την μία ήταν αντιμέτωπη σε ένα σκληρό και βρώμικο πόλεμο με το παλαιό καθεστώς και τα στηρίγματά του όπου αυτό εκφράζεται θεσμικά και όχι μόνο, και στην εφαρμογή μιας πολιτικής πολλές φορές αντιφατική, στην αγωνία της να προασπίσει τα ασθενέστερα λαϊκά στρώματα. Κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, κοινωνικά τιμολόγια στο ρεύμα και το νερό, δωρεάν πρόσβαση στην υγεία για ανασφάλιστους-μετανάστες- πρόσφυγες, επιστροφή 2 δις ευρώ την διετία για οικονομικά ασθενέστερους, επαναφορά δικαιωμάτων εργαζομένων, περιορισμό της αδήλωτης εργασίας, κίνητρα για μετατροπή των σχέσεων εργασίας, μείωση της ανεργίας, αύξηση των δαπανών για την υγεία και την παιδεία με απαραίτητες παρεμβάσεις στην λειτουργικότητά τους, εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης στον τρόπο που αυτοδιοικείται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και παραγωγικότητα, επαναλειτουργία της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, συνεπικουρούμενα από μεγάλα έσοδα από έλεγχο αφορολόγητου χρήματος, offshore εταιρειών, φπα καθημερινών συναλλαγών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να μπει στο χορό της κυβερνησιμότητας και απ΄ότι φαίνεται θα τον πάει μέχρι τέλους. Πιστός στον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό αντιλαμβάνεται ότι σε αυτή τη συγκυρία προσπαθεί να κερδίσει την χαμένη δυνατότητα της χώρας να αποφασίζει για τα του οίκου της. Εξάλλου το εγχείρημα του σοσιαλισμού δεν ευοδώνεται με έκδοση κυβερνητικών διατάξεων και προεδρικών διαταγμάτων, αλλά είναι υπόθεση των ανθρώπων της εργασίας της ωριμότητάς τους και του ανεξάντλητου ιδεαλισμού τους για να κάνουν το επόμενο βήμα. Σίγουρα υπάρχει και ένας ισχυρός αντίλογος από τις δυνάμεις κυρίως της κομμουνιστικής αριστεράς οι οποίες παραμένουν πιστές στο δόγμα ότι «στην αστική δημοκρατία ο ρόλος της αριστεράς είναι ο ρόλος του κόμματος της αντιπολίτευσης. Σε κόμμα εξουσίας επιτρέπεται να υψωθεί μόνο στα ερείπια του αστικού κράτους.» Όταν όμως το καράβι βυθίζεται και οι πολιτικές δυνάμεις που ήταν υπεύθυνες για το μέγεθος της κρίσης που έπληξε τη χώρα τρέχουν να κρυφτούν έχοντας διασφαλίσει τα λάφυρα ετών σε εξωχώριους οικονομικούς παραδείσους, δεν είναι δυνατόν να μείνεις αδιάφορος στο κάλεσμα των καιρών. Εάν δε, λάβουμε υπόψη τον τρόπο που διαχειρίστηκαν την κρίση οι κυβερνήσεις των αστικών κομμάτων μεταφέροντας δυσβάστακτα βάρη στο σύνολο της κοινωνίας, προασπίζοντας αποκλειστικά τα δικά τους συμφέροντα αλλά και τις εγκληματικές τους ευθύνες, τότε σίγουρα η απόφασή σου πρέπει να είναι κατηγορηματικά θετική.
Κάτω από αυτό το πρίσμα ειδικών συνθηκών και με την τρομακτική πίεση των πιστωτών οι οποίοι αδιαφορούσαν για τις κοινωνικές επιπτώσεις των μέτρων που πίεζαν την κυβέρνηση να νομοθετήσει, τότε μπορείς να δεις με καθαρότερο μυαλό και να κρίνεις τις επιλογές, τις αδυναμίες και τα στρατηγικά λάθη της κυβέρνησης. Τώρα πολλοί κάθονται με την άνεσή τους ή άλλοι βέβαια και την αγωνία τους, να κραδαίνουν το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ του Γενάρη του 2015 το οποίο βεβαίως ήταν με αυτό που συγκρούσθηκε με τους εκβιαστές – πιστωτές και ακυρώθηκε με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε και να τον θεωρούν ανακόλουθο. (Είναι γνωστά τα βιντεάκια της περιόδου, που κάνουν πασαρέλα από συστημικά site για να εκθέσουν «τους ψεύτες» της κυβέρνησης).
Με το να μουντζώνεις όμως την πραγματικότητα και να καταγγέλλεις τον ιμπεριαλισμό αυτή δυστυχώς δεν αλλάζει, και εάν αλλάζει με την απουσία σου, θα είναι πάντα προς το χειρότερο για τους ασθενέστερους. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι σε όλη αυτή τη περίοδο της λεγόμενης κρίσης αναδιατάχθηκε ο παγκόσμιος πλούτος σε βάρος των ασθενέστερων κοινωνικά στρωμάτων, ένα τεράστιο δε ποσό το οποίο μπορεί να ανέρχεται σε 11 τρις δολάρια είναι παρκαρισμένο και αφορολόγητο σε παραδεισένιους λογαριασμούς. Η οικονομική και πολιτική ελίτ της χώρας έχει εξέχουσα θέση στο ευρύ και ιδιαίτερο αυτό πελατολόγιο. Δεν είναι μόνο κλεμμένα ποσά αλλά λείπουν από τις πραγματικές οικονομίες και «υποχρεώνονται» οι κυβερνήσεις σε μεγαλύτερους φόρους και περισσότερη λιτότητα για να καλύπτουν τις μαύρες τρύπες των προϋπολογισμών.
Σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας το οποίο στις μέρες μας διευρύνεται, υπάρχει η πίστη ότι η δημοκρατία (όχι μόνο η αστική) είναι ένα ψέμα, μία απάτη. Στηριζόμενοι και δικαίως σε πραγματικά δεδομένα αντιλαμβάνονται ότι όλο και περισσότερες αποφάσεις που αφορούν τη ζωή τους παίρνονται σε κλειστά δωμάτια και μάλιστα εν αγνοία ή αδυναμία των κυβερνήσεών τους να τις επηρεάσουν. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι η δύναμη των μαζών παραμένει αρκετά ισχυρή για να επηρεάσει τις αποφάσεις τους. Όλα, και πολύ περισσότερο η ταξική πάλη έχουν μια δυναμική. Ο φόβος των ισχυρών είναι μόνο ένας. Η ανεξέλεγκτη αντίδραση των καταπιεζομένων κοινωνικών στρωμάτων. Και εάν στη χώρα μας τα λαϊκά στρώματα αυτά επέλεξαν να αντιδράσουν στο κατεστημένο ψηφίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ, για να έχουν και εκείνα την δύναμη αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να ανταποκριθεί σε αυτό το λαϊκό κάλεσμα ειδάλλως θα καταλήξει ανίσχυρο και αποκομμένο, ένα ακόμη κόμμα άχρηστο για τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων της εργασίας και της δημιουργίας. Εδώ πρέπει να λάβουμε επιπλέον υπόψη την κατάσταση του οργανωμένου κόσμου στους κόλπους τους κόμματος. Δεν είναι μόνο ότι έχει χαθεί σε ένα βαθμό η έμπνευση και ορμητικότητα, αλλά έχει αποστρατευθεί κι ένα κομμάτι του στην θυελλώδη αυτή τριετία. Εδώ δεν αναφέρομαι για την φραξιονιστική ομάδα του Λαφαζάνη, ούτε για κάποιους που παίζουν για το άτομό τους στους διαδρόμους και τα κανάλια της δημοσιότητας, αλλά για απλούς ανθρώπους και αγωνιστές που για χρόνια έδιναν με τη στάση τους το στίγμα και το ήθος της αριστεράς.
Τέλος πιστεύω ότι η αποφυγή της ευθύνης της διακυβέρνησης της χώρας από τον Σύριζα, επειδή δεν ήταν ώριμες οι συνθήκες για ανατροπή του οικονομικού μοντέλου της, θα ήταν μια χαμένη ευκαιρία να μετρήσει τις δυνάμεις του και τις δυνατότητές του. Αν περίμενε καλύτερες μέρες για να διεκδικήσει την εξουσία, όταν η ίδια η κοινωνία επιθυμεί να σε δοκιμάσει και μάλιστα στα δύσκολα, η φυγοπονία του θα πληρωνόταν δια παντός. Στα εύκολα κανείς δεν χρειάστηκε την αριστερά, αντίθετα στα δύσκολα είναι υποχρεωμένη να βάλει πλάτη υποστηρίζοντας τους ανίσχυρους και καταφρονεμένους, με οποιοδήποτε κόστος.