Ομολογώ ότι οι σχέσεις με τα δόντια μου δεν ήταν και οι πλέον αγαθές. Κάτι οι πονόδοντοι, πρόσθεσε και λίγη αμέλεια στη στοματική υγιεινή, μαζί και οι οδοντογιατροί της παιδικής μου εποχής -τροχός με λίγες στροφές, πολύωρος και δίχως αναισθησία- συνέθεσαν ένα κεφάλαιο στη ζωή μου, που εύκολα κερδίζει τον χαρακτηρισμό του απωθητικού. Η μοίρα και το εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής τα 'φεραν έτσι και μπήκα στην Οδοντιατρική. Εγώ, που έβλεπα τον οικογενειακό μας οδοντίατρο -έναν θαυμάσιο άνθρωπο και στενό οικογενειακό φίλο- κι άλλαζα πεζοδρόμιο! Θυμάμαι την πρώτη χρονιά στη σχολή, που μας έβαζαν να σκαλίζουμε δόντια από γύψο ή να τα σχεδιάζουμε και μένα να με πιάνει κάτι ανάμεσα σε κατάθλιψη, οργή και ατέλειωτο χασμουρητό. Πέρασαν τα χρόνια και... συνθηκολόγησα. Κατάφερα να αγαπήσω κάποια κομμάτια της κλινικής οδοντιατρικής και πορεύτηκα έτσι μέχρι τη σύνταξή μου. Για να είμαι ειλικρινής δεν συγκαταλέγομαι σ' εκείνους τους επαγγελματίες που αγάπησαν το επάγγελμά τους. Του χρωστώ ευγνωμοσύνη για το ζην, όχι όμως για το ευ ζην. Γι' αυτό το τελευταίο είχα άλλες επιλογές. Θέλω να πιστεύω ότι ήμουν ένας καλός επαγγελματίας, αλλά σίγουρα η κινητήρια δύναμη δεν ήταν -φευ- η αγάπη για το επάγγελμά μου όσο η ευσυνειδησία μου και ο σεβασμός στην εμπιστοσύνη με την οποία οι ασθενείς μου με περιέβαλλαν. Εν πάση περιπτώσει βγήκα στη σύνταξη και ξεκίνησα -έτσι θέλω να πιστεύω- έναν νέο κύκλο στη ζωή μου, που νομίζω ότι μου ταιριάζει περισσότερο και μου δίνει μεγαλύτερη ισορροπία. Αλλά νομίζω ότι παραστράτησα λιγάκι. Βρήκα το παρακάτω κείμενο στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία", που το επισκέπτομαι συχνά. Σε όποιους είναι ερωτευμένοι με τις λέξεις και ευρύτερα με τη γλώσσα το συνιστώ θερμά. Διαβάστε λοιπόν τις πολλαπλές χρήσεις των δοντιών στη γλώσσα μας... Φτάνει να μη σας πιάσει πονόδοντος.
Ζούσαμε μαζί χρόνια και χρόνια, από την εφηβεία. Μου είχε χαρίσει απολαύσεις, είχα ανταποδώσει με φροντίδα και στοργή, αλλά τα τελευταία χρόνια πλήθυναν τα προβλήματα στη σχέση μας, η συμβίωση είχε γίνει αδύνατη.
Κι έτσι, σαν έτοιμος από καιρό, προχτές αποχαιρέτησα το δόντι μου, έναν δεξιό τραπεζίτη (τραπεζίτης και αριστερός γίνεται; ), που οι γιατροί του έχουν δώσει τον αριθμό 17.
Σκέφτηκα λοιπόν να του αποτίσω φρασεολογικό φόρο τιμής, παραθέτοντας πιο κάτω τις εκφράσεις που έχω καταγράψει για τα δόντια.
Ξεκινάω από τις συχνότερες, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο μου «Λόγια του Αέρα«.
* δεν είναι για τα δόντια του: δεν είναι άξιος ή ικανός να αποκτήσει ή να απολαύσει κάτι που ποθεί. Μεταφορά από τις σκληρές τροφές που δεν είναι κατάλληλες για ασθενικά δόντια. Η φρ. λέγεται ιδίως σαν περιφρονητική απάντηση σε κάποιον που επιδιώκει να παντρευτεί με γυναίκα κοινωνικά ανώτερη ή σε ηλικιωμένο που προσπαθεί να συνδεθεί με πολύ νεότερή του.
* έξω απ’ τα δόντια (του τα είπα, του μίλησα): του μίλησα καθαρά και χωρίς περιστροφές, χωρίς καμιά αναστολή από ευγένεια ή φόβο, λέγοντας σκληρές αλήθειες. Η εικόνα πηγαίνει βέβαια πίσω στο ομηρικό «έρκος οδόντων», όπου τα δόντια λογαριάζονται για φραγμός. Πρβλ. μασάει τα λόγια του αλλά και το αντίθετο (λέω κάτι, μιλάω) μέσα απ’ τα δόντια, το λέω ψιθυριστά ή μουρμουριστά, επίτηδες, για να μην ακουστεί.
* έχει (μεγάλο, γερό) δόντι: έχει ισχυρά πολιτικά ή άλλα μέσα, δυνατούς προστάτες. Πρέπει να προέρχεται από την παλιότερη έκφραση κόβουν τα δόντια του που σήμαινε τον ισχυρό που έχει μεγάλη επιρροή.
* κρατάω κάτι με τα δόντια: μόλις και μετά βίας καταφέρνω να συγκρατήσω κάτι, για να μην το χάσω· με μεγάλη δυσκολία ελέγχω ακόμα μια κατάσταση. Η συγκράτηση με τα δόντια θεωρείται το έσχατο μέσο, αφού, εννοείται, τα χέρια έχουν αχρηστευθεί, κάτι που μπορεί να παραπέμπει ακόμα και στην ιστορία του Κυναίγειρου.
* του/της πονάει το δόντι / το δοντάκι: είναι ερωτευμένος/η. Η μεταφορά ίσως επειδή ο πονόδοντος είναι πρόχειρη και καλή δικαιολογία για την κακοκεφιά και τους αναστεναγμούς του ερωτευμένου που τον ρωτούν τι έχει. Από τη φράση αυτή εμπνεύστηκα και τον τίτλο του άρθρου, παρωδώντας γνωστό τραγούδι.
* σφίγγω τα δόντια: κάνω υπομονή, δεν αφήνω την αγανάκτησή μου να ξεσπάσει, δείχνω εγκαρτέρηση και ανέχομαι κακό φέρσιμο ή προσβολές. Σε μια τέτοια κατάσταση το σφίξιμο των δοντιών είναι αυτόματη φυσική αντίδραση, το ίδιο κι όταν ετοιμαζόμαστε να πονέσουμε, π.χ. στον γιατρό.
* του έτριξα τα δόντια: τον φοβέρισα, του μίλησα αυστηρά, τον απείλησα για να τον συνετίσω ή να τον αναγκάσω να κάνει κάτι. Οι θυμωμένοι τρίζουν αθέλητα τα δόντια. Στις Πράξεις των Αποστόλων (7.54), τα μέλη του ιουδαϊκού συμβουλίου, ακούγοντας τον Στέφανο να τους κατηγορεί, «ἔβρυχον τοὺς ὀδόντας ἐπ’ αὐτόν». Αλλά και τον 12ο αι. ο Ευστάθιος, σχολιάζοντας το ομηρικό «καναχήν οδόντων έχει», σημειώνει «ἄλλος δ’ ἂν εἴποι τις κοινότερον τρίζων· καὶ παρέπεται ἀληθῶς καὶ τοῦτο τοῖς ἄγαν θυμουμένοις, ὡς καὶ ἐνταῦθα ὁ Ἀχιλλεύς» (Παρεκβ. Ιλ. 4.344).
* με νύχια και με δόντια: με ρήματα όπως παλεύω, αντιστέκομαι, δηλώνει την έντονη προσπάθεια που καταβάλλει κάποιος με κάθε μέσο, και ειδικότερα την απελπισμένη αντίστασή του, ιδίως προκειμένου να προφυλάξει κάτι, παρομοιάζοντάς την με την ενστικτώδη πάλη περικυκλωμένου ζώου. Η εικόνα από την αρχαιότητα: «τὸ δὲ χρυσίον ὀδοῦσι καὶ ὄνυξι καὶ πάσῃ μηχανῇ ἐφύλαττον» (Λουκιανός, Νεκρικοί διάλογοι 21.4)
* γλίτωσε από του χάρου τα δόντια: διέφυγε από σχεδόν βέβαιο θάνατο, σαν να τον είχε κιόλας αρπάξει ο χάρος και να ήταν έτοιμος να τον κατασπαράξει. Και παραλλαγές, με τα νύχια, το στόμα ή τα χέρια του χάρου, και με άλλα ρήματα (σώθηκε, ξέφυγε). Αντίστοιχη η αρχαία: «ἐφείλκυσάν με ἐξ αὐτῶν τῶν τοῦ θανάτου πυλῶν» (Αχιλ. Τάτιος 5.9.3).
* με την ψυχή στα δόντια: συχνότερα, «με την ψυχή στο στόμα». Λέγεται για κάποιον που αγωνιά στον έσχατο βαθμό ή που κάνει κάτι με μεγάλο άγχος και πολύ βιαστικά· επίσης, για κάποιον εξαντλημένο, λιπόθυμο από τη μεγάλη κούραση. Κατά τη δοξασία, η ψυχή του ανθρώπου βγαίνει από το στόμα· εδώ παριστάνεται να έχει κιόλας φτάσει στο στόμα, έτοιμη να βγει
* πονάει δόντι, βγάζει δόντι. Συχνότερα λέγεται «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι». Λέγεται όταν αντί να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα, καταργούμε το πράγμα που έχει το πρόβλημα, ιδίως δε για αποφάσεις κατάργησης φορέων αντί για αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Η φράση με το κεφάλι έχει την αρχή της σε ευτράπελο μύθο (και ιστορία του Καραγκιόζη) για κομπογιανίτη ή πρωτόπειρο γιατρό που ήθελε να εφαρμόσει στον πονοκέφαλο τη συνταγή που είχε για τον πονόδοντο («πονάει δόντι βγάζει δόντι»). Η προέλευση εξηγεί και πιο γκροτέσκες παραλλαγές όπως πονάει δόντι κόβει κεφάλι.
Συνεχίζω με άλλες εκφράσεις, που κάποιες είναι επίσης πολύ γνωστές.
* ήλιος με δόντια: μέρα με ηλιοφάνεια αλλά τσουχτερό κρύο, τον χειμώνα. (Και η φράση ήλιος με τα δόντια / γριά με τα χταπόδια! σε ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη).
* του χάριζαν γάιδαρο κι αυτός τον κοίταζε στα δόντια: για τον αχάριστο ή μεμψίμοιρο που δεν εκτιμάει μιαν ανέλπιστη προσφορά. Βέβαια η παροιμία δεν είναι τόσο εξωφρενική, διότι τα δόντια είναι δείκτης της υγείας του ζώου.
* του έδειξα τα δόντια μου: απείλησα κάποιον, όπως ο σκύλος που γυμνώνει απειλητικά τα δόντια του.
* θα μετράς δόντια: απειλή, θα σου σπάσω τα μούτρα.
* οπλισμένος μέχρι τα δόντια: πάνοπλος.
* οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος. Για ανταπόδοση κακού, για εκδίκηση που γίνεται με πρόκληση της ίδιας βλάβης. Καμιά φορά το δεύτερο σκέλος παραλείπεται. Από τον Μωσαϊκό νόμο, που όμως (νομίζω) πως είναι διατυπωμένος έτσι που να αποτρέπει βαρύτερη εκδίκηση.
* έρκος οδόντων: το στόμα, αρχαιοπρεπώς, ιδίως στη φράση «ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων» από την Ιλιάδα (Δ350) που σημαίνει «πώς τόλμησες και ξεστόμισες αυτή την κουβέντα;»
* κλαυθμός και βρυγμός των οδόντων: θρήνος και τρίξιμο των δοντιών, φράση από το Ευαγγέλιο (Ματθ. 25.30)
Και μερικές πιο σπάνιες, που μπορεί να μη λέγονται πια:
* ακόνισε τα δόντια σου! Ειρωνικά σε όποιον ορέγεται αγαθά μεγάλης αξίας -ή γάμο με γυναίκα ανώτερης τάξης. Πρβλ. «δεν είναι για τα δόντια σου». Και «ακονίζει τα δόντια του», για κάποιον που εποφθαλμιά μια θέση ή κάποιο αγαθό.
* δεν έχει να ξύσει το δόντι του: είναι πάμπτωχος.
αλλά:
* δεν μπορείς/να μη μπορείς να ξύσεις το δόντι σου: λέγεται όταν κανείς έχει συνεχείς ή φορτικές επισκέψεις οπότε δεν μπορεί να βρει λίγη ησυχία.
* δράκου δόντι να’χει δεν γλιτώνει: για πολύ δύσκολη/επικίνδυνη κατάσταση. Το δόντι του δράκου θεωρείται ισχυρό φυλαχτό.
* ακόμα έχει το ψωμί μου στο δόντι του: για αχάριστον, που δεν αναγνωρίζει όσα έχουμε κάνει γι’ αυτόν. Και «να σκαλίσει τα δόντια του, δικό μου ψωμί θα βρει».
* μη γελάς γιατί φαίνονται τα δόντια σου: ειρωνικό σε κάποιον που γελάει πολύ ή άπρεπα.
Κάθε συμπλήρωση δεκτή!